Καλαμωτούσικος γάμος

Αποκορύφωμα και επιστέγασμα της λαογραφικής μας παράδοσης ο Καλαμωτούσικος γάμος, αποτελεί το κυριότερο και πιο αντιπροσωπευτικό έθιμο της παλιάς Καλαμωτής. Η πιο κατάλληλη και ενδεδειγμένη περίοδος για αρραβώνες και γάμους (παντρειές) ήταν ο Ιανουάριος, όπου ο βροχερός καιρός και η έλλειψη σημαντικών γεωργικών εργασιών επέτρεπαν και ευνοούσαν τέτοιου είδους κοινωνικές δραστηριότητες. Η πλειονότητα των ζευγαριών παντρεύονταν κατόπιν πρότασης τρίτων (προξενιό).

Οι προξενητάδες ήταν άνθρωποι συνήθως ηλικιωμένοι, από καλές οικογένειες, με υπόληψη και κοινωνική προβολή, που είχαν την ικανότητα με την παρουσία και τα λόγια τους να πείθουν και να επιτυγχάνουν τον επιδιωκόμενο σκοπό. Ξεκινούσαν από το σπίτι που είχαν καταστρώσει τα σχέδια, πάντοτε νύχτα, σε ώρα προχωρημένη και με χρήση του φαναριού, για να φτάσουν, χωρίς προειδοποίηση, στο σπίτι της νύφης και να κάνουν το προξενιό.
Σε μια βραδιά μπορούσαν να γίνουν και πέντε προξενιά. Αν όμως συνέβαινε να συναντηθούν στο δρόμο προξενητάδες διαφορετικών προξενιών, δεν μιλούσαν μεταξύ τους, γιατί η κάθε παρέα είχε μυστική αποστολή, που ενδεχόμενη αποτυχία θα δημιουργούσε δυσμενή σχόλια στο χωριό. Μόνο την άλλη μέρα το πρωί γίνονταν γνωστοί από στόμα σε στόμα οι μελλοντικοί γάμοι.

Οι γονείς της νύφης δεχόντουσαν τους προξενητάδες και καλούσαν τους πιο κοντινούς συγγενείς, ακόμα και φίλους, για να τους συμβουλευτούν πριν δώσουν το λόγο τους για το συνοικέσιο. Αν τα πράγματα πήγαιναν καλά, με ρακί, αμύγδαλα και στραγάλια χαιρέτιζαν το ευχάριστο γεγονός. Στο σπίτι του υποψήφιου γαμπρού με αγωνία περίμεναν κάποια ευχάριστη είδηση και πάντα κάποιος από τους προξενητάδες ξέφευγε και μετέφερε το καλό μαντάτο. Την ίδια ώρα ειδοποιούσαν συγγενείς και φίλους και από τις δυο πλευρές, όπου μαζεύονταν γρήγορα στο σπίτι της νύφης, άρχιζαν τους μανέδες και όλοι μαζί, με τη νύφη περιστοιχισμένη από τις συντρόφισσες της, έφταναν στο σπίτι του γαμπρού.Η νύφη μπαίνοντας ασπαζόταν τη δεξιά πλευρά της πόρτας, σε ένδειξη τιμής και εκτίμησης στο νέο σπιτικό της. Αργότερα επικράτησε η μετάβαση του γαμπρού στο σπίτι της νύφης, ο οποίος κατά την είσοδο του όφειλε να δρασκελίσει μια αξίνη που βρισκόταν στο πρώτο σκαλοπάτι της σκάλας και είχε τοποθετηθεί εκεί από πρωτότοκο. Σύμφωνα με το έθιμο, αυτό γινόταν για να στεριώσει το ανδρόγυνο, αλλά και σε ένδειξη εκτίμησης του γαμπρού προς τη νύφη.

Η προσωπική επιλογή, η συμπάθεια και η ερωτική έλξη των άμεσα ενδιαφερομένων έπαιζε ασήμαντο έως μηδαμινό ρόλο στην εξέλιξη του συνοικεσίου. Καθοριστικής σημασίας ήταν οι γνώμες και αποφάσεις των γονιών της νύφης ή του γαμπρού, που στηρίζονταν στην καταγωγή (γενιά), ακίνητη περιουσία (κτήματα) και οικονομική κατάσταση της άλλης πλευράς. Για πολλά χρόνια η θυγατέρα θεωρούνταν αντικείμενο εξουσίας των γονιών της. Στις σπάνιες περιπτώσεις άρνησης της νύφης, λόγω συμπάθειας προς άλλον νέο, οι ερωτευμένοι συνήθως κλέβονταν, έφευγαν δηλαδή και παντρεύονταν κρυφά σ' άλλο μέρος, όπου και έμεναν μέχρις ότου γίνουν αποδεκτοί από τους γονείς τους και την κοινωνία.

Πριν από την τέλεση του γάμου, απαραίτητη ήταν η σύνταξη του προικοσυμφώνου από τον νοτάρο της Κοινότητας, πάντοτε παρουσία 4-5 μαρτύρων, ιερέων ή λαϊκών.
Το προικοσύμφωνο ήταν η έγγραφη ομολογία των γονιών, κύρια της υποψήφιας νύφης, για την προίκα σε χωράφια, ακίνητα, οικιακά σκεύη και ενδυμασίες, την οποία θα προσέφεραν ως ιδιοκτησία της στην οικογενειακή περιουσία του ανδρόγυνου. Η σύσταση και παραλαβή της προίκας προϋπόθετε την τέλεση του μυστηρίου, οπότε το νέο ζευγάρι αποκτούσε δικαίωμα κυριότητας στα προικώα. Προίκα μπορούσαν να δώσουν και οι γονείς του γαμπρού καθώς και άλλοι συγγενείς των μελλονύμφων.

Επειδή δεν αποκλειόταν η διάλυση του γάμου από το νέο για οποιοδήποτε λόγο, είχε καθιερωθεί από τη γενουατική εποχή να δίνεται εγγύηση για την πραγματοποίηση του μυστηρίου εκ μέρους των γονιών του γαμπρού υπό μορφή κτημάτων ή χρημάτων, ανάλογα με την προίκα της νύφης. Τα προγαμιαία αυτά δώρα από την οικογένεια του γαμπρού στη νύφη καλούνταν εμπατίκι και εξασφάλιζαν αυτήν εφ' όρου ζωής μετά τυχόν θάνατο του συζύγου της. Σε αρκετές ακόμα περιπτώσεις συντασσόταν και ένα δεύτερο έγγραφο, η ποοικολαβή, που πιστοποιούσε, λίγες μέρες πριν από το γάμο, την παραλαβή των προικώων από τους μελλόνυμφους, και κύρια των κινητών, με χαρακτηρισμό της ποσότητας, ποιότητας και προέλευσης των (στρώματα, ενδύματα, υφάσματα, οικιακά σκεύη, έπιπλα, ζώα, εργαλεία κ.ά.).
Στις επόμενες σελίδες παρέχονται μια διαθήκη, ένα προικοσύμφωνο και μια προικολαβή, παρμένα από παλιούς κώδικες της Καλαμωτής.

Μετά τη σύνταξη του προικοσύμφωνου, επιτρεπόταν στους αρραβωνιασμένους να ανταλάσσουν επισκέψεις, να πηγαίνουν μαζί στην εκκλησία, να ανταλλάσσουν δώρα-συνήθως παντούφλες, ποκάμισα, ζεύγη καλτσών, μαντίλια με κεντημένα ερωτικά δίστιχα, να προσφέρουν άνθη, γλυκίσματα, ποτά, και γενικά να σέβονται τα ήθη και έθιμα του χωριού, που χαρακτήριζαν και διαμόρφωναν τις προγαμιαίες σχέσεις μέσα σ' ένα κλίμα ανυπόκριτης απλότητας και αμοιβαίας εκτίμησης και αγάπης, τόσο μεταξύ τους όσο και προς τους γονείς του γαμπρού αλλά και της νύφης. Στις επισκέψεις στο σπίτι φρόντιζαν να παρευρίσκονται και άλλα πρόσωπα, αδελφοί, γονείς, ξαδέλφια, έτσι ώστε να αποκλεισθεί και η παραμικρή πιθανότητα παραβίασης των αυστηρών προγαμιαίων ηθών και εθίμων. Διάλυση του αρραβώνα γινόταν σε σπάνιες περιπτώσεις και για πολύ σοβαρούς λόγους. Τότε επιστρέφονταν τα προγαμιαία δώρα, και σε παρουσιαζόμενη διαφορά μεσολαβούσαν οι ιερείς, οι προύχοντες και οι συγγενείς για την άμεση διευθέτηση της. Με την οριστική διάλυση του αρραβώνα συντασσόταν νέο έγγραφο που επισημοποιούσε τη νέα κατάσταση στο όνομα του θεού και των Αγίων Γραφών.

Η Εκκλησία και η λαϊκή παράδοση είχαν δε­χτεί την Κυριακή ως ημέρα τέλεσης του μυστηρίου, εκτός από τις Κυριακές της Μεγάλης Σαρακοστής και τις ημέρες από τα Χριστούγεννα ως τα Φωτά.Αλλά ποιες οι λεπτομέρειες της όλης τελετής και της μεγάλης γιορτής που επακολουθούσε; Ας αφήσουμε τη Μαρία Επιτροπάκη, 73 ετών, να μας τα διηγηθεί, όπως ακριβώς τα 'ζησε.

«Πριν σαράντα - πενήντα χρόνια ο γάμος στο χωριό μας γινότανε έτσι:

»Την Κυριακήν έπρεπε να γίνει ο γάμος. Από την Παρασκευή οι γονιοί του γαμπρού σφάζανε ένα βούδι και ζύμωναν ψωμιά. Το Σάββατο έβαλλαν καλεστάδες, δυο από της νύφης τη γενιά και δυο αφ' του γαμπρού, τους δίνανε και φορούσαν μπροστέλες φαντές με πλουμιά και γύριζαν τα σπίτια και καλούσαν όλο το χωριό. Το δράδυ οι καλεστάδες πίνανε και τρώγανε μεζέδες στου γαμπρού το σπίτι κι οι λεύτερες κουβαλούσαν τα προικιά της νύφης με τα όργανα. Όλος ο ρουχισμός της νύφης, πριν μεταφερθεί στο σπίτι του γαμπρού, έμπαινε στη μπουγάδα.
»Πρωί-πρωί την Κυριακή επήγαιναν οι καλεστάδες στο σπίτι του γαμπρού και ετοίμαζαν τα φαγιά του γάμου. Το απόγιομα επήγαιναν τα όργανα μαζί μ' όλους τους καλεσμένους και παίρνανε πρώτα τον κουμπάρο, ύστερα το γαμπρό και τελευταία τη νύφη, λέγοντας μανέδες για τον καθένα ξεχωριστά, και μετά πηγαίνανε στην εκκλησιά και γινόταν η στεφάνωση. Ύστερα από τη στεφάνωση, πηγαίνανε πάλι στο σπίτι του γαμπρού και έπαιρναν κεράσματα. »Μετά άρχιζε χορός στην πλάτσα του χωριού και χόρευαν ώσπου να νυχτώσει. Ο πρώτος χορός ήταν των νιόπαντρων. Την ώρα του φαγητού σταματούσαν το χορό και πήγαιναν όλοι οι καλεσμένοι μαζί με το ζευγάρι και τα όργανα κρατώντας κεράκια αναμμένα στο σπίτι του γαμπρού να φάνε πιλάφι άσπρο με κρέας και πατάτες. Την ώρα του φαγητού μοίραζαν κρασί μέσα σε πήλινα κανάτια. Γίνονταν επίσης τα κανίσια, κεράσματα δηλαδή μεταξύ των καλεσμένων, που μαρτυρούσαν συμπάθεια και εκτίμηση. Μόλις τελείωνε το φαγητό γύριζαν ξανά στην πλάτσα και συνέχιζαν το χορό ως τα ξημερώματα.
»Ύστερα αφ' το χορό, όλα τα λεύτερα παλικάρια γυρίζανε το χωριό με τα όργανα και λέγανε καντάδες ή μανέδες κάτω από τα σπίτια των κοριτσιών κι αυτές βγαίνανε και τους κερνούσαν. Το απόγευμα της Δευτέρας αρκετές γυναίκες, λεύτερες και παντρεμένες, συγγενείς και φίλες του αντρόγυνου, κάμνανε σινιά, δηλαδή γέμιζαν με γλυκά (αυγοκαλάμαρα, μελομακάρονα κ.ά.), ξηρούς καρπούς και μπουκάλες ρακί μεγάλα στρογγυλά ταψιά, καλυμμένα με κεντητά τραπεζομάντηλα και στολισμένα με μια ανθοδέσμη στη μέση και σε πομπή τα μετέφεραν στην πλάτσα που ήταν οι υπόλοιποι καλεσμένοι. Υπήρχε μεγάλος συναγωνισμός για το ποια θα παρουσιάσει το ωραιότερο σινί και θα αποσπάσει τα καλύτερα σχόλια. Με το περιεχόμενο των σινιών κερνιόνταν όλοι οι καλεσμένοι κι ύστερα άρχιζε πάλι ο χορός που κρατούσε ως το πρωί, ενώ δεν έλειπαν οι μανέδες για το αντρόγυνο και τους γονιούς των. Έτσι τελείωνε ο γάμος, που ήταν ένα μεγάλο πανηγύρι για το χωριό».

Το πλήθος και η ποικιλία των μανέδων και των καντάδων που κοσμούσαν τον καλαμωτούσικο γάμο ήταν μεγάλα και προσαρμοσμένα στις ιδιαιτερότητες του συνοικεσίου που γινόταν κάθε φορά. Στη συνέχεια ενδεικτικά θα αναφέρουμε μερι­κά τετράστιχα από κάθε είδος.

Μανέδες της νύφης

(1)
Νύφη αστέρι λαμπερό
σ' έχει ο γαμπρός καμάρι
γιατί δεν ξαναγίνηκε
πιο ταιριαστό ζευγάρι..

(3)
Νύφη μας ο πατέρας σου
θαρρώ το προαισθάνθη
χάρη ζητά απ' το θεό
να τον, αφήσει να 'ρθει.

(2)
Γαμπρέ της νύφης βάλε της
σκοποί να την φυλάξουν
γιατί μέσ' τα μεσάνυκτα
τ' άστρα θα την αρπάξουν.

(4)
Νύφη για το χατήρι σου
η γη πρέπει να σχίσει
για να 'ρθει κι ο πατέρας
σου στεφάνι να φιλήσει


Μανέδες του γαμπρού

(1)
Γαμπρέ μας καλορίζικε
να ζεις και να γεράσεις
την κόρη που σου δώσαμε
καλά να την περάσεις

(3)
Όμορφη που είν' η νύφη μας
μα διάλεξε και ταίρι
μαλαματένιο μαστραπά
με τ' ασημένιο χέρι

(2)
Η νύφη το γαρύφαλλο
κι ο γαμπρός τ' ανθίζει
και μέσα στον ανθόκηπο
τα πάντα πλημμυρίζει.

(4)
Σήκω νύφη και φίλησε
του πεθερού το χέρι
που σου δωσε τ' αδήριτο
να το 'χεις πάντα ταίρι.


Μανέδες στις καντάδες του γάμου

(1)
Μίλα μας μερζαντόχειλη
και μη μας κάνεις νάζι
γιατί ο θεός την ομορφιά
σαν άνθος την τινάζει.

(3)
Όταν θα μπεις στην εκκλησιά
και το κερί θ' ανάψεις
θαρρώ πως είσαι αστραπή
και ήλθες για να με κάψεις

(5)
Τ' άστρα με βλέπουν να πονώ
κι αχτίνες συχναλλάζουν
μα τα γλυκά ματάκια σου
ούτε που με κοιτάζουν

(2)
Ανάθεμα την γι' ομορφιά
όπου κι αν πά' μυρίζει
κι αν μπει και μέσ' στην εκκλησιά
αντρόγυνο χωρίζει.

(4)
Ο βράχος ο ξερόβραχος
λίγο νερό σταλάζει
μα η δική σου η καρδιά
ούτε με βράχου μοιάζει

(6)
Άνοιξε το παραθύρι σου
αφρέ του μαλαμάτου
που 'χω δυο λόγια να σου πω
του παρακαλεμάτου.


Ο τελευταίος γάμος που έγινε μ' αυτό τον τρόπο ήταν το 1946. Από τότε οι διαδικασίες άρχισαν να απλοποιούνται, περιορίζοντας κατ' αρχή στη μια ημέρα τις επίσημες εκδηλώσεις του γάμου. (Την Κυριακή απόγευμα η στεφάνωση και το βράδυ ο χορός στην πλατεία και το γεύμα στο σπίτι του γαμπρού). Από τη δεκαετία του 1960 πολλοί νεόνυμφοι συνήθιζαν να φεύγουν το ίδιο δράδυ του γάμου τους για το ταξίδι του μέλιτος, μιμούμενοι έτσι ξενόφερτες συνήθειες.Επίσης, αντί για τα συνηθισμένα δώρα που πρόσφεραν οι συγγενείς και φίλοι στους νιόπαντρους (χρήσιμα αντικείμενα, οικιακά σκεύη κ.ά.), αρκετοί άρχισαν να δίνουν χρήματα, πιστεύοντας έτσι ότι αξιοποιόταν καλύτερα η συνδρομή τους στις ανάγκες του νέου νοικοκυριού. Χρήματα στους νιόπαντρους δίνονταν επίσης και τα πολύ παλιά χρόνια. Τέλος, μερικά ζευγάρια, αντιδρώντας μετά την τέλεση του μυστηρίου, παρέμεναν στο χωριό και έδιναν το βράδυ χορό, με τη μορφή χοροεσπερίδας πια, τιμώντας και διασκεδάζοντας τους καλεσμένους τους.



Από παλιούς κώδικες της Καλαμωτής

Διαθήκη

Προικοσύμφωνο

Προικολαβή